Σταθερά δάνεια μεγάλης διάρκειας: επιτόκιο γύρω στο 10%. Τρέχοντα δάνεια: επιτόκιο 12% (υψηλότερα όμως τα επιτόκια των ναυτοδανείων). Η υπογραφή συμβολαίων ανάμεσα σε τράπεζα και ιδιώτη υποχρεωτική, παρουσία μαρτύρων.
Τραπεζική διευκόλυνση: η φύλαξη χρημάτων και άλλων αντικειμένων δωρεάν. Και όλα αυτά με την παλιά... πολύ παλιά δραχμούλα.
Δεν πρόκειται για διαφήμιση σύγχρονης τράπεζας, αλλά για τα ισχύοντα στο τραπεζικό σύστημα της αρχαίας Αθήνας. Οι ομοιότητες άλλωστε με τη σημερινή λειτουργία των τραπεζών δεν σταματούν εδώ: ιδιωτικές τράπεζες και ιδιώτες δανειστές, προμήθειες, ισοτιμίες συναλλάγματος και ανταλλαγές νομισμάτων, διαχείριση περιουσιών, έκδοση εντολών προς τρίτους, επιστολές για εξόφληση χρημάτων από τράπεζες άλλων πόλεων.
Στην έκθεση «Ιστορίες νομισμάτων- Αφηγήσεις πόλεων», η οποία εγκαινιάζεται στις 24 Νοεμβρίου στο Κέντρο Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος», παρουσιάζεται μια εξαιρετική συλλογή αρχαίων νομισμάτων από τον 6ο αιώνα π.Χ. έως και τον 3ο μ.Χ., ενώ παράλληλα δίνεται στον επισκέπτη η δυνατότητα να αντλήσει σημαντικές πληροφορίες, ιστορικές, πολιτικές, θρησκευτικές, αλλά και οικονομικές (Διάρκεια έκθεσης από 25/11/10 έως 28/02/11).
Είναι η πρώτη παρουσίαση ενός τμήματος (160 νομίσματα) της συλλογής που απέκτησε το Ιδρυμα Μείζονος Ελληνισμού κατόπιν αγοράς από γερμανό συλλέκτη, αποτελούμενης από 13.000 νομίσματα. Αντιπροσωπεύει περιοχές από τη σημερινή Γαλλία ως την Αίγυπτο, ωστόσο ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη Μαύρη Θάλασσα και στη Μικρά Ασία- γι΄ αυτό άλλωστε αποτελεί την τέταρτη μεγαλύτερη συλλογή νομισμάτων της Μικράς Ασίας στον κόσμο. Οπως επισημαίνει η αρχαιολόγος-νομισματολόγος κυρία Ελένη Παπαευθυμίου, επιμελήτρια της συλλογής του ΙΜΕ και της έκθεσης, τα νομίσματα παρέχουν στον ειδικό μελετητή επιπλέον πληροφορίες σχετικά με ιστορικά και οικονομικά γεγονότα, όπως η πτώχευση μιας πόλης. Οι καλύτερες τράπεζες στην αρχαιότητα πάντως ήταν τα ιερά, από τα οποία δανειζόταν και το κράτος. Οσο για τους ιδιώτες τραπεζίτες ρύθμιζαν το ύψος του επιτοκίου ανάλογα με τον κίνδυνο.
Ετσι, τα λεγόμενα ναυτοδάνεια έφθαναν ακόμη και στο 100%, σε περίπτωση όμως απώλειας του πλοίου μαζί με το φορτίο του ο δανειστής δεν είχε καμία αξίωση από τον δανειζόμενο (αν είχε επιζήσει...).
Οι αργυραμοιβοί και οι τραπεζίτες της Αγοράς εξυπηρετούσαν εξάλλου (με προμήθεια γύρω στο 5%-6%) τους ξένους που ήθελαν να ανταλλάξουν το νόμισμά τους με αθηναϊκές δραχμές ζυγίζοντας τα ξένα νομίσματα και ελέγχοντας την καθαρότητα τους τρίβοντάς τα στη λυδία λίθο (σκληρή πέτρα από τη Λυδία της Μικράς Ασίας επάνω στην οποία δοκιμαζόταν η καθαρότητα του χρυσού και του ασημιού).
Γενικά όμως οι τραπεζίτες δε ήταν ανεξέλεγκτοι και ο πολίτης μπορούσε να καταφύγει στη Δικαιοσύνη.
O ι μέτοικοι και οι πλούσιοι Αθηναίοι πλήρωναν κυρίως φόρους στην αρχαία Αθήνα, ενώ η πλέον εφευρετική μορφή φορολογίας θεωρείται η «λειτουργία», γιατί συνοδευόταν από δόξα και τιμές για τον φορολογούμενο! Πρόκειται για την ανάληψη μεγάλων έργων από πλούσιους επιχειρηματίες, όπως η συντήρηση πολεμικού πλοίου και του πληρώματος (τριηραρχία), η κάλυψη των εξόδων για θρησκευτικά δείπνα, η κάλυψη των δαπανών της αποστολής επίσημων αντιπροσωπειών σε μεγάλα ιερά (θεωρία), η ανάληψη δαπάνης για τις παραστάσεις των δραματικών αγώνων (χορηγία) κτλ. Η χορηγία κόστιζε 300-5.000 δρχ. (τον 5ο αιώνα π.Χ. ο ετήσιος μισθός της ιέρειας της Αθηνάς Νίκης ήταν 50 δραχμές) και δύσκολα μπορούσε να την αρνηθεί κάποιος, αφού θα έπρεπε υποδείξει άλλον πλουσιότερο στη θέση του και σε περίπτωση που εκείνος αρνούνταν, να προτείνει ανταλλαγή των περιουσιών τους.
Πηγή: Το Βήμα (17.11.2010).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου