Τα ελληνόπουλα, αλλά και τα παιδιά στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο με «ώριμο» τρόπο, ενώ μόνο ένα στα οκτώ δηλώνει ότι έχει αναστατωθεί από κάτι που είδε ή του συνέβη online. Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα η πλειοψηφία των γονιών δηλώνει ότι έχει άγνοια για τις αρνητικές εμπειρίες των παιδιών στο Ιnternet. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλό κατά μέσον όρο σε ολόκληρη την Ευρώπη, γεγονός που κάνει τους ερευνητές να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς οι γονείς εμφανίζονται να μην έχουν ιδέα για τους ψηφιακούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα παιδιά τους.
Ενα από τα πλέον ενθαρρυντικά συμπεράσματα της έρευνας είναι το γεγονός ότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία (88%) τα παιδιά δηλώνουν ότι δεν είχαν άσχημες εμπειρίες online. Οπως προκύπτει από τα ερευνητικά δεδομένα, η αυξανόμενη χρήση του Διαδικτύου βελτιώνει τον ψηφιακό αλφαβητισμό των παιδιών και τις ικανότητες ασφαλούς πλοήγησης. Σε αντίθεση με τον ηθικό πανικό που έχει προκύψει κατά καιρούς, η έρευνα καταδεικνύει ότι ακόμη και σε μια χώρα με χαμηλό ψηφιακό αλφαβητισμό των ενηλίκων, όπως η Ελλάδα, τα παιδιά από 9 ως 16 ετών εμφανίζονται ως «ώριμοι» και συνετοί χρήστες.
Οπως σημειώνει σχετικά η υπεύθυνη της ελληνικής ομάδας δρ Λίζα Τσαλίκη, λέκτωρ του τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών, «παρά τα αρνητικά- κατά καιρούςμηνύματα που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, τα μικρά παιδιά δεν ενδιαφέρονται να δουν πορνογραφικό υλικό, ειδικά όπως αυτό ορίζεται από τους ενηλίκους».
Η έρευνα έγινε την περασμένη άνοιξη σε 23 από τις 25 χώρες που συμμετέχουν στο δίκτυο ΕU Κids Οnline. Πήραν μέρος 23.420 παιδιά ηλικίας 9- 16 ετών και 23.000 γονείς.
Οι πιο διαδεδομένοι διαδικτυακοί κίνδυνοι, όπως αυτοί αναφέρονται από τα ίδια τα παιδιά, είναι η επαφή με ανθρώπους που δεν γνωρίζουν από κοντά και η συγκυριακή επαφή με υλικό ακατάλληλου περιεχομένου, εν δυνάμει ζημιογόνο. Αρκετά σπανιότερα αναφέρεται από τα παιδιά και ο εκφοβισμός (bullying). Η έκθεση σε εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου είναι από τα πιο πιθανά περιστατικά για να συμβούν, αλλά σε πολύ λίγες περιπτώσεις αναφέρονται ως τραυματικές εμπειρίες από τα παιδιά που έχουν εκτεθεί σε αυτές.
Το 29% των παιδιών ηλικίας 9-16 που χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο στην Ευρώπη έχει στο παρελθόν επικοινωνήσει με κάποιον που δεν γνώριζε από κοντά, μια δραστηριότητα που μπορεί να θεωρηθεί επικίνδυνη, αλλά μπορεί να είναι διασκεδαστική. Επίσης το 8% των παιδιών έχει συναντήσει από κοντά κάποιον που γνώρισε μέσω Διαδικτύου κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Στη χώρα μας το ποσοστό των παιδιών που έχουν στο παρελθόν επικοινωνήσει μέσω Διαδικτύου με κάποιον που δεν γνώριζαν από κοντά ανέρχεται σε 19%, ενώ το ποσοστό των παιδιών που δηλώνουν ότι συνάντησαν από κοντά κάποιον που γνώρισαν στο Ιnternet φθάνει το 5%.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο το 14% των παιδιών 9-16 ετών έχει δει τους τελευταίους 12 μήνες στο Διαδίκτυο εικόνες που «ήταν εμφανώς σεξουαλικές- για παράδειγμα, με αναπαραστάσεις γυμνώνανθρώπων ή ανθρώπων που κάνουν σεξ». Απ΄ όσα παιδιά δηλώνουν ότι είδαν σεξουαλικής φύσεως ή πορνογραφικές εικόνες στο Διαδίκτυο, το 1 στα 3 λέει ότι ενοχλήθηκε από αυτή την εμπειρία και το 1 στα 6 λέει ότι αναστατώθηκε σχετικά από αυτό που είδε.
Όσον αφορά τα ελληνόπουλα, το 15% δηλώνει ότι έχει δει εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου στο Διαδίκτυο, ενώ το 29% είχε αυτή την εμπειρία είτε στο Διαδίκτυο είτε σε κάποιο άλλο Μέσο. Επίσης, η χώρα μας βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες όπου το Διαδίκτυο αποτελεί λιγότερο συχνή πηγή επαφής με εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου (μαζί με τη Γερμανία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και το Ηνωμένο Βασίλειο). Από τα παιδιά πάντως που είχαν τέτοια εμπειρία στην Ελλάδα, μόνο το 2% ανέφερε ότι αναστατώθηκε όταν ήρθε σε επαφή με το υλικό αυτό.
Το 22% των παιδιών ηλικίας 11-16 ετών δηλώνει ότι έχει εκτεθεί σε έναν ή περισσότερους τύπους εν δυνάμει επιζήμιου ή επιβλαβούς υλικού: περιεχόμενο μίσους (12%), περιεχόμενο υπέρ της ανορεξίας (11%), περιεχόμενο αυτοτραυματισμού (8%), για τη χρήση ναρκωτικών (7%) και για αυτοκτονίες (5%).
Η επαφή με όλους τους διαδικτυακούς κινδύνους αυξάνεται με την ηλικία: το 13% των παιδιών ηλικίας 9-10 ετών έχουν αντιμετωπίσει έναν ή περισσότερους από αυτούς τους κινδύνους, ενώ το ποσοστό αυξάνεται σε 32% των παιδιών ηλικίας 11-12 ετών, σε 49% των παιδιών ηλικίας 13-14 ετών και στο 61% των παιδιών ηλικίας 15-16 ετών.
Τα αγόρια και κυρίως οι έφηβοι εκτίθενται σε μεγαλύτερο βαθμό σε διαδικτυακές εικόνες σεξουαλικής φύσης, ενώ τα κορίτσια της ίδιας ηλικίας είναι σχετικά πιθανότερο να λάβουν προσβλητικά ή επώδυνα μηνύματα. Εν τούτοις, τα κορίτσια είναι εν γένει πιθανότερο να αναστατωθούν από τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν.
Ενα από τα πλέον σημαντικά συμπεράσματα της έρευνας είναι ότι οι γονείς των παιδιών που ανέφεραν ότι αντιμετώπισαν κάποιον από αυτούς τους κινδύνους συνήθως δεν έχουν επίγνωση του γεγονότος: ιδιαίτερα υψηλό είναι το ποσοστό στην Ελλάδα (83%), ενώ σε παρόμοιο επίπεδο βρίσκονται η Ουγγαρία και η Ρουμανία.
Σε γενικές γραμμές πάντως σε ποσοστό 41% οι γονείς των οποίων το παιδί έχει δει εικόνες σεξουαλικού περιεχομένου στο Διαδίκτυο λένε ότι το παιδί τους δεν έχει δει ποτέ τέτοιες εικόνες. Επίσης σε ποσοστό 56% οι γονείς των οποίων το παιδί έχει λάβει προσβλητικά ή επιζήμια/επιβλαβή μηνύματα στο Διαδίκτυο λένε ότι το παιδί τους δεν έχει λάβει ποτέ τέτοιο μήνυμα. Σε ποσοστό 52% οι γονείς των οποίων το παιδί έχει λάβει μηνύματα σεξουαλικού περιεχομένου λένε ότι το παιδί τους δεν έχει λάβει ποτέ παρόμοια μηνύματα, ενώ το 61% των γονιών των οποίων το παιδί συνάντησε διά ζώσης κάποιον που ήξερε μόνο μέσω Διαδικτύου υποστηρίζει ότι το παιδί δεν είχε ποτέ τέτοια εμπειρία.
Παρά το ότι τα περιστατικά με κινδύνους επηρεάζουν για κάθε περίπτωση μόνο τη μειοψηφία των παιδιών, το γεγονός ότι οι γονείς τα έχουν υποτιμήσει και τα αγνοούν πρέπει, όπως τονίζουν οι ερευνητές, να ληφθεί σοβαρά υπόψη.
Διαβάστε περισσότερα στο Βήμα (06.11.2010).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου