Οταν άνοιξε τις πόρτες της η Tate Modern το 2000, δεν ήταν απλώς ένα καινούργιο μουσείο. Ηδη από τον αρχικό της σχεδιασμό ήταν προορισμένη να μεταμορφώσει την πολιτιστική ζωή του Λονδίνου και να γίνει ο καταλύτης αλλαγών στη Νότια Οχθη του Τάμεση. Ηταν ίσως η κατάλληλη στιγμή: ο Μπλερ ήταν φρεσκοεκλεγμένος πρωθυπουργός, ο Τσαρλς Σαάτσι και οι καλλιτέχνες του είχαν εφεύρει την «Cool Britania», η οικονομία ήταν κραταιά και η βρετανική πρωτεύουσα δεν διέθετε κανέναν μουσειακό χώρο υψηλών προδιαγραφών, αφιερωμένο στη σύγχρονη τέχνη. Ο παλιός σταθμός παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Σάδαρκ, έγινε πρότυπο, αξιοζήλευτο παράδειγμα, πόλος έλξης.
Στα δέκατά της γενέθλια, φέτος, η Πινακοθήκη βρίσκεται μπροστά σε μια πολύ μεγάλη πρόκληση, όπως αναφέρουν σε άρθρο τους και οι Times της Νέας Υόρκης. Ο κύριος στόχος επετεύχθη. Πάνω από 45 εκατομμύρια επισκέπτες έχουν περάσει το κατώφλι της. Ο αριθμός όχι μόνο προκαλεί δέος, αλλά ξεπέρασε κατά πολύ τις προβλέψεις του ισχυρού άνδρα της βρετανικής τέχνης, Σερ Νίκολας Σερότα και του επιτελείου του. Είναι μια τεράστια επιτυχία που προκαλεί με τη σειρά της μεγάλα προβλήματα.
Ας ξεκινήσουμε από τις αίθουσες. Είναι τόσο γεμάτες που αντί να βλέπει κανείς τα έργα, παλεύει με τους άλλους επισκέπτες για να κερδίσει λίγο χώρο. Η μαζική καθημερινή προσέλευση έχει προκαλέσει εκτεταμένες φθορές στο κτίριο, το οποίο αν και ολοκληρώθηκε το 2000, χρειάζεται ξανά φροντίδα.
Οι χώροι δεν επαρκούν για την πλήρη παρουσίαση των συλλογών. Αν συνυπολογίσει κανείς όλα αυτά, τότε θεωρεί ότι η επέκταση του μουσείου που θα προσθέσει άλλους 11 ορόφους, θα φέρει λύσεις και νέα πνοή. Τον σχεδιασμό του νέου κτιρίου έχει αναλάβει το αρχιτεκτονικό δίδυμο Χέρτσογκ & Ντε Μερόν, οι Ελβετοί που μεταμόρφωσαν το υπάρχον κτίριο της Tate με μινιμαλιστικές παρεμβάσεις όπως το φωτεινό «κουτί» στην οροφή.
Η αποσυμφόρηση όμως δεν θα έρθει χωρίς τίμημα. Η νέα πτέρυγα θα κοστίσει τουλάχιστον 330 εκατομμύρια δολάρια, σε μια περίοδο όπου η ύφεση κάνει τους δωρητές πιο απρόθυμους από ποτέ. Το βρετανικό κράτος από την πλευρά του, έχει βάλει το χέρι στην τσέπη, καταβάλλοντας περίπου 90 εκατομμύρια, ενώ άλλο ένα γενναίο ποσό έχει ήδη συγκεντρωθεί από άλλες πηγές. Εντούτοις, ο Σερότα πρέπει να βρει τουλάχιστον 165 εκατομμύρια δολάρια, γεγονός που θεωρείται άθλος για τα σημερινά δεδομένα.
O ίδιος δεν φαίνεται βέβαια να αποθαρρύνεται από τις δυσκολίες. Δήλωσε μάλιστα στους ΝΥΤ ότι μερικά από τα σπουδαιότερα αμερικανικά μουσεία κτίστηκαν σε περίοδο οικονομικής κρίσης.
«Δεν θέλουμε απλώς να δημιουργήσουμε ένα ακόμα μεγαλύτερο μουσείο. Η επέκταση θα μας επιτρέψει να κάνουμε πράγματα τα οποία τώρα αδυνατούμε να εφαρμόσουμε, σε τομείς που αφορούν τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα αλλά και τις εκθέσεις μας».
Ορισμένοι πάντως θεωρούν ότι ακόμα και αν η Tate καταφέρει να ολοκληρώσει τη νέα πτέρυγα, της οποίας η ανέγερση έχει ξεκινήσει, τότε θα αντιμετωπίσει ένα ακόμα εμπόδιο. Η συλλογή της δεν είναι ούτε τόσο μεγάλη, ούτε τόσο πλήρης όσο εκείνη του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης. Ο Σερότα δεν πτοείται. Δηλώνει ευθέως ότι θα δώσει έμφαση στα βίντεο και τη φωτογραφία αλλά και σε έργα τέχνης ζώντων καλλιτεχνών. Αλλωστε το βρετανικό μουσείο δεν μπορούσε να αγοράσει έργα μοντερνιστών σε αστρονομικές τιμές και έτσι έδωσε έμφαση στη νεότερη καλλιτεχνική παραγωγή.
«Σίγουρα η εποχή των παχειών αγελάδων έχει παρέλθει, και αν μπορούσαμε να επιλέξουμε δεν θα κάναμε τη νέα πτέρυγα με αυτές τις συγκυρίες. Πρέπει όμως να συνεχίσουμε ακόμα και αν χρειαστούμε περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι υπολογίζαμε.
Υπάρχει χρήμα» υπογραμμίζει εμφατικά ο διευθυντής των πινακοθηκών Tate που ξέρει ότι οι ευκατάστατοι δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη. Μαζί με την επιτυχία ο Σερότα χρεώνεται και την ευθύνη να εξασφαλίσει το μέλλον τής μέχρι τώρα λαμπρής πορείας, γνωρίζοντας ότι ο ακρογωνιαίος λίθος είναι οι δωρεές.
Πηγή: Η Καθημερινή (08.09.2010).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου