Η ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι κάθε χρόνο γίνονται όλο και περισσότερα τουριστικά ταξίδια και γενικώς μετακινήσεις με κάθε είδους μέσα μεταφοράς σε όλο τον πλανήτη, ίσως δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα κατέληξε στο πιθανό συμπέρασμα ότι ίσως η Γη έφτασε στο «ζενίθ» των κάθε είδους μετακινήσεων εδώ και λίγα χρόνια και πλέον άρχισε η στασιμότητα ή και η αντίστροφη μέτρηση της σταδιακής μείωσής τους.
Από τη δεκαετία του ΄70, οι μετακινήσεις των επιβατών με αυτοκίνητα, τρένα, αεροπλάνα κλπ. έχει αυξηθεί κατακόρυφα στις περισσότερες χώρες, ιδίως στις ανεπτυγμένες. Μεταξύ άλλων, η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) έχει προβλέψει ότι ως το 2030, αλλά και πέρα από αυτό, θα υπάρχει σταθερή, αν και με μικρότερο ρυθμό σε σχέση με το παρελθόν, αύξηση των ταξιδιών και των άλλων μετακινήσεων διεθνώς.
Όμως η νέα μελέτη, υπό τον Λι Σκίπερ του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας-Μπέρκλεϊ και τον Άνταμ Μίλαρντ-Μπολ του πανεπιστημίου Στάνφορντ, που δημοσιεύεται στο περιοδικό για θέματα μεταφορών «Transport Reviews», ανέλυσε διαχρονικά τις επιβατικές μετακινήσεις σε οκτώ μεγάλες βιομηχανικές χώρες και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα ταξίδια φαίνεται να έφτασαν σε ένα αποκορύφωμα στις αρχές της δεκαετίας του 2000, λίγο πριν την αύξηση των τιμών των καυσίμων, και έκτοτε σταμάτησαν να αυξάνονται.
Η μαθηματική-στατιστική ανάλυση δείχνει ότι η ζήτηση για ταξίδια και άλλες μετακινήσεις έχει φτάσει πια σε ένα «σημείο κορεσμού», πράγμα που, μεταξύ άλλων, σημαίνει ότι οι προβλέψεις για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από τα μέσα μεταφοράς και η σχετική ζήτηση για καύσιμα μπορεί να είναι τελικά χαμηλότερες από τις αρχικά αναμενόμενες.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα μετακινήσεων και ταξιδιών στις ΗΠΑ, τον Καναδά, τη Σουηδία, τη Γαλλία, τη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ιαπωνία και την Αυστραλία, μεταξύ των ετών 1970 - 2008. Για κάθε ξεχωριστή χώρα, υπολόγισαν την ετήσια απόσταση μετακινήσεων (ταξιδιών) ανά άτομο με κάθε επιμέρους μέσο μεταφοράς (αυτοκίνητο, φορτηγό, λεωφορείο, αεροπλάνο, τρένο, τραμ, μετρό κ.α.) και συνέκριναν αυτά τα ευρήματα με την εξέλιξη του ανά κεφαλή προϊόντος (ΑΕΠ) της κάθε χώρας.
Με τον τρόπο αυτό, διαπίστωσαν μια άμεση συσχέτιση ανάμεσα στην διαχρονικά αυξανόμενη ευημερία και στα ταξίδια ανά επιβάτη από το 1970 μέχρι το 2003, οπότε και αποκορυφώθηκαν οι κάθε είδους μετακινήσεις. Όμως τα επόμενα χρόνια και μέχρι τις μέρες μας, τα ταξίδια εμφανίζουν στασιμότητα ή και μικρή μείωση. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ οι μηχανοκίνητες μετακινήσεις έχουν σταθεροποιηθεί περίπου στα 26.000 χιλιόμετρα ετησίως ανά άτομο, στην Ιαπωνία στα 10.000 χλμ. και στις άλλες ανεπτυγμένες χώρες στα 13.000 έως 17.000 χλμ. αντίστοιχα.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, μετά το 2003 η ζήτηση για μηχανοκίνητα ταξίδια γνωρίζει στασιμότητα ή μείωση στις περισσότερες πλούσιες χώρες, ενώ ειδικότερα τα ταξίδια με Ι.Χ. έχουν μειωθεί. «Οι πωλήσεις αυτοκινήτων συνεχίζουν να αυξάνουν, όμως αυτά τα περισσότερα αυτοκίνητα μετακινούνται πλέον όλο και λιγότερο», σύμφωνα με την μελέτη.
Μια αιτία είναι ο κορεσμός στην ιδιοκτησία αυτοκινήτων. Στις ΗΠΑ π.χ. αναλογούν πλέον περίπου 700 αυτοκίνητα ανά 1.000 κατοίκους (πιο πολλά αυτοκίνητα από τους οδηγούς με άδεια οδήγησης), ενώ στις περισσότερες από τις άλλες ανεπτυγμένες χώρες αναλογούν περίπου 500 αυτοκίνητα ανά 1.000 κατοίκους. Στην ουσία, όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, όποιος πλέον θέλει να οδηγήσει (και μπορεί), οδηγεί.
Άλλες αιτίες για τον περιορισμό στις μετακινήσεις είναι η έλλειψη χρόνου, η οποία γίνεται πιο έντονη όσο περνάνε τα χρόνια, λόγω των νέων συνθηκών εργασίας και διαβίωσης, η αύξηση των τιμών των καυσίμων, η γήρανση του πληθυσμού και, κυρίως, η επιδείνωση του κυκλοφορικού προβλήματος στις περισσότερες πόλεις του κόσμου. «Δεν υπάρχει χώρος πια στους δρόμους», τόνισε ο Σκίπερ και επεσήμανε ότι τα νέα οχήματα, όπως τα υβριδικά ή τα ηλεκτροκίνητα, μπορεί μεν να έχουν τα πλεονεκτήματά τους (μείωση καυσαερίων, λιγότερο κόστος καυσίμων κ.α.), όμως στον τομέα του κυκλοφορικού δεν αναμένεται να βοηθήσουν ιδιαίτερα.
Αν πάντως συνεχιστεί η στασιμότητα ή η μείωση στις μετακινήσεις, σε συνδυασμό με το σταδιακό «πρασίνισμα» του στόλου των αυτοκινήτων, τότε -κατά τους ερευνητές- το πρόβλημα των εκπομπών καυσαερίων διαχρονικά ίσως αποδειχτεί μικρότερο του αναμενόμενου. Για να υπάρξει μια πιο σαφής πρόβλεψη, συστήνουν να γίνουν κι άλλες μελέτες πάνω σε αυτό το ζήτημα.
Πηγή: Η Καθημερινή (10.01.2011).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου