Ο συγγραφέας Μένης Κουμανταρέας βρέθηκε το βράδυ της Δευτέρας για «Έναν λόγο... παραπάνω» στον πολυχώρο «Gazarte», συζήτησε για το έργο του με τη στιχουργό Λίνα Νικολακοπούλου και το δημοσιογράφο Άρη Σκιαδόπουλο και επιπλέον αναφέρθηκε ποικιλοτρόπως στη σημερινή κρίση που βιώνει η χώρα.
Πλησιάσαμε τον συγγραφέα και του είπαμε πως αναπόφευκτα η συζήτηση θα περιστραφεί αρκετά γύρω απ' την πολιτική- κάτι που συνέβη σχετικά πρόσφατα κυρίως με τον Πέτρο Μάρκαρη αλλά και τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο. «Ας με ρωτήσουν κι αν ξέρω θα τους απαντήσω» ήταν η απάντησή του μ' ένα υπομειδίαμα, πριν καλωσορίσει την Μαρίνα Καραγάτση στον χώρο της εκδήλωσης, η οποία διήρκησε πάνω από δυο ώρες και κύλησε μέσα σε κλίμα ηρεμίας σχετικά με τη λογοτεχνία αλλά και ανησυχίας για την κρίση που βιώνει η χώρα.
«Η ίδια η ονομασία τρόικα είναι όνομα για επιθεώρηση και μάλιστα με ρώσικους υπότιτλους», αστειεύτηκε ο Μένης Κουμανταρέας που ήταν σχετικά ευδιάθετος αλλά προβληματιζόταν συνέχεια στην πορεία της κουβέντας. «Είμαστε ένας λαός που μόνο όταν μας ακουμπάνε αντιδρούμε. Από μια άποψη η κρίση μας κάνει και καλό, μας αναγκάζει να βλέπουμε που είναι τα όρια μας», είπε ο συγγραφέας στηλιτεύοντας την περίεργη «αμετροέπεια» των τελευταίων ετών. Ωστόσο «ο Έλληνας έχει αποθέματα για να ανταπεξέλθει και σήμερα» μολονότι «για πρώτη φορά το πρόβλημα στα νοικοκυριά είναι τόσο μεγάλο, δεν υπάρχουν λεφτά». Αναφέρθηκε μάλιστα στον πρωθυπουργό κ. Γιώργο Παπανδρέου λέγοντας πως «κάνει ό,τι μπορεί κι έχει ένα μέτρο σαν άνθρωπος». Απ' την άλλη «τον Έλληνα τον καίει η ατιμωρησία, δε θα πάψει να υπάρχει ήθος στην Ελλάδα, δηλαδή πείτε μου δεν υπάρχουν σκάνδαλα στις άλλες χώρες της Ευρώπης;», αναρωτήθηκε. Μέσα στην γενικότερη ασάφεια «η γελοιογραφία είναι το καλύτερο μέσο για να καταλάβει κανείς τι γίνεται σήμερα». Γενικότερα, ο Μένης Κουμανταρέας αναφέρθηκε σε πολλές πτυχές της πολιτικής και κοινωνικής ζωής πράγμα που δε το συνηθίζει, «το θέμα γίνεται απ' ένα σημείο και μετά αχανές και άχαρο» τόνισε, αλλά δεν αρνήθηκε να μοιραστεί τις ανησυχίες των παρευρισκομένων και να καταθέσει τη δική του οπτική.
Η «πολύ καλά διαβασμένη» Λίνα Νικολακοπούλου, οργάνωσε την κουβέντα γύρω απ' το πιο πρόσφατο βιβλίο του, την «Ξεχασμένη Φρουρά» (Καστανιώτης,2010), ένα «μασκαρεμένο δοκίμιο» σύμφωνα με τον ίδιο και έτσι ο συγγραφέας είχε την ευκαιρία να πλέξει τη δική του πορεία με άλλους συγγραφείς και άλλα έργα που τον έχουν σημαδέψει. Μίλησε για θέατρο, ποδόσφαιρο, το μυθιστόρημα, τη νουβέλα, τον Μπαλζάκ, τον Φώκνερ, τις περιπέτειες που πέρασε εξαιτίας των βιβλίων του κατά την διάρκεια της δικτατορίας, τη σχέση του με τον Μάνο Χατδιδάκι, τη «χρυσή» δεκαετία του '60 στην Ελλάδα, την μνήμη που καθορίζει το έργο ενός πεζογράφου και φυσικά την Αθήνα που δύσκολα την εγκαταλείπει.
«Η Αθήνα δεν είναι πλέον αναγνωρίσιμη. Αυτό μερικούς τους πονάει και ως ένα βαθμό αυτό είναι κατανοητό. Εμένα όμως όχι, δεν ανήκω σ' αυτή την κατηγορία. Κάθε πόλη, μοιραία μεταλλάσσεται, έχει τις εποχές της. Υπάρχει πάντα ο καλός και ο κακός αντίκτυπος. Αλλά κοιτάξτε την πλατεία Ομονοίας, φτάσαμε στο σημείο να νοσταλγούμε το πλαγιαστό συντριβάνι του Καραμανλή! Νοσταλγώ την καθαριότητα προφανώς, δε νομίζω όμως ότι είμαι νοσταλγός εν γένει. Στέκομαι, νομίζω, ψύχραιμα μπροστά στις αλλαγές», είπε ο συγγραφέας που του αρέσει να πίνει τον καφέ του στην Αχαρνών, στην Κυψέλη, στην Πλατεία Βικτωρίας.
Διαβάστε τη συνέχεια στο Βήμα (05.04.2011).
Πλησιάσαμε τον συγγραφέα και του είπαμε πως αναπόφευκτα η συζήτηση θα περιστραφεί αρκετά γύρω απ' την πολιτική- κάτι που συνέβη σχετικά πρόσφατα κυρίως με τον Πέτρο Μάρκαρη αλλά και τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο. «Ας με ρωτήσουν κι αν ξέρω θα τους απαντήσω» ήταν η απάντησή του μ' ένα υπομειδίαμα, πριν καλωσορίσει την Μαρίνα Καραγάτση στον χώρο της εκδήλωσης, η οποία διήρκησε πάνω από δυο ώρες και κύλησε μέσα σε κλίμα ηρεμίας σχετικά με τη λογοτεχνία αλλά και ανησυχίας για την κρίση που βιώνει η χώρα.
«Η ίδια η ονομασία τρόικα είναι όνομα για επιθεώρηση και μάλιστα με ρώσικους υπότιτλους», αστειεύτηκε ο Μένης Κουμανταρέας που ήταν σχετικά ευδιάθετος αλλά προβληματιζόταν συνέχεια στην πορεία της κουβέντας. «Είμαστε ένας λαός που μόνο όταν μας ακουμπάνε αντιδρούμε. Από μια άποψη η κρίση μας κάνει και καλό, μας αναγκάζει να βλέπουμε που είναι τα όρια μας», είπε ο συγγραφέας στηλιτεύοντας την περίεργη «αμετροέπεια» των τελευταίων ετών. Ωστόσο «ο Έλληνας έχει αποθέματα για να ανταπεξέλθει και σήμερα» μολονότι «για πρώτη φορά το πρόβλημα στα νοικοκυριά είναι τόσο μεγάλο, δεν υπάρχουν λεφτά». Αναφέρθηκε μάλιστα στον πρωθυπουργό κ. Γιώργο Παπανδρέου λέγοντας πως «κάνει ό,τι μπορεί κι έχει ένα μέτρο σαν άνθρωπος». Απ' την άλλη «τον Έλληνα τον καίει η ατιμωρησία, δε θα πάψει να υπάρχει ήθος στην Ελλάδα, δηλαδή πείτε μου δεν υπάρχουν σκάνδαλα στις άλλες χώρες της Ευρώπης;», αναρωτήθηκε. Μέσα στην γενικότερη ασάφεια «η γελοιογραφία είναι το καλύτερο μέσο για να καταλάβει κανείς τι γίνεται σήμερα». Γενικότερα, ο Μένης Κουμανταρέας αναφέρθηκε σε πολλές πτυχές της πολιτικής και κοινωνικής ζωής πράγμα που δε το συνηθίζει, «το θέμα γίνεται απ' ένα σημείο και μετά αχανές και άχαρο» τόνισε, αλλά δεν αρνήθηκε να μοιραστεί τις ανησυχίες των παρευρισκομένων και να καταθέσει τη δική του οπτική.
Η «πολύ καλά διαβασμένη» Λίνα Νικολακοπούλου, οργάνωσε την κουβέντα γύρω απ' το πιο πρόσφατο βιβλίο του, την «Ξεχασμένη Φρουρά» (Καστανιώτης,2010), ένα «μασκαρεμένο δοκίμιο» σύμφωνα με τον ίδιο και έτσι ο συγγραφέας είχε την ευκαιρία να πλέξει τη δική του πορεία με άλλους συγγραφείς και άλλα έργα που τον έχουν σημαδέψει. Μίλησε για θέατρο, ποδόσφαιρο, το μυθιστόρημα, τη νουβέλα, τον Μπαλζάκ, τον Φώκνερ, τις περιπέτειες που πέρασε εξαιτίας των βιβλίων του κατά την διάρκεια της δικτατορίας, τη σχέση του με τον Μάνο Χατδιδάκι, τη «χρυσή» δεκαετία του '60 στην Ελλάδα, την μνήμη που καθορίζει το έργο ενός πεζογράφου και φυσικά την Αθήνα που δύσκολα την εγκαταλείπει.
«Η Αθήνα δεν είναι πλέον αναγνωρίσιμη. Αυτό μερικούς τους πονάει και ως ένα βαθμό αυτό είναι κατανοητό. Εμένα όμως όχι, δεν ανήκω σ' αυτή την κατηγορία. Κάθε πόλη, μοιραία μεταλλάσσεται, έχει τις εποχές της. Υπάρχει πάντα ο καλός και ο κακός αντίκτυπος. Αλλά κοιτάξτε την πλατεία Ομονοίας, φτάσαμε στο σημείο να νοσταλγούμε το πλαγιαστό συντριβάνι του Καραμανλή! Νοσταλγώ την καθαριότητα προφανώς, δε νομίζω όμως ότι είμαι νοσταλγός εν γένει. Στέκομαι, νομίζω, ψύχραιμα μπροστά στις αλλαγές», είπε ο συγγραφέας που του αρέσει να πίνει τον καφέ του στην Αχαρνών, στην Κυψέλη, στην Πλατεία Βικτωρίας.
Διαβάστε τη συνέχεια στο Βήμα (05.04.2011).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου