Οι γονείς συχνά αναρωτιούνται σε ποιο σχολείο να στείλουν το παιδί τους και τι απαιτείται για να µπουν σε εκπαιδευτικά ιδρύµατα µε κύρος. Στη Φινλανδία όµως (µια χώρα που παραµένει πάντα στις πρώτες θέσεις του διεθνούς προγράµµατος αξιολόγησης µαθητών PISA του ΟΟΣΑ), οι γονείς δεν έχουν καµία τέτοια ανησυχία – απλά πηγαίνουν το παιδί τους στο κοντινότερο σχολείο. Πρώτον, διότι υπάρχουν µόνο δηµόσια σχολεία αλλά και επειδή έχουν εµπιστοσύνη ότι όλα τα σχολεία είναι υψηλής ποιότητας.
Τα σχολεία της Φινλανδίας εµφανίζουν τις µικρότερες διαφορές αποτελεσµάτων σε σύγκριση µε τις 65 χώρες που συµµετέχουν στην έρευνα PISA. Βέβαια µιλάµε για έναν µικρό πληθυσµό (5,4 εκατ.) και για µαθητές µε οικονοµική και πολιτιστική οµοιογένεια που φθάνουν το µισό εκατοµµύριο στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Οι καθηγητές δεν αισθάνονται την ανάγκη να ελέγξουν εάν οι µαθητές έχουν διαβάσει. Η εµπιστοσύνη ότι ο καθένας τους θα κάνει ό,τι χρειάζεται αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση ενός συστήµατος που αποτελεί υπόδειγµα. Ειδικά όταν πρόκειται για ένα σύστηµα για το οποίο δεν ξοδεύονται πολλά (6% του ΑΕΠ), όπου τα παιδιά αρχίζουν το σχολείο σε ηλικία 7 ετών, οι ώρες διδασκαλίας είναι µεταξύ 600 και 680 ανά έτος στην Πρωτοβάθµια Εκπαίδευση και δεν υπάρχει καν Εκπαιδευτική Επιθεώρηση. Πριν από 30 χρόνια, η Φινλανδία αποφάσισε να επενδύσει στην κατάρτιση των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης, σε αντίθεση µε τις περισσότερες χώρες, οι οποίες επικεντρώνονται στη ∆ευτεροβάθµια. Τα σχολεία έχουν µεγάλη αυτονοµία: στα δηµοτικά, για παράδειγµα, αποφασίζουν οι δάσκαλοι ποιοι µαθητές έχουν ανάγκη περαιτέρω στήριξης, ενώ στα γυµνάσια και τα λύκεια αποφασίζουν τις αλλαγές στο επίσηµο πρόγραµµα σπουδών.
Οµως τα πράγµατα έχουν αρχίσει να αλλάζουν. Με την παγκοσµιοποίηση, την αύξηση της µετανάστευσης και την οικονοµική κρίση, τα ζητήµατα που τίθενται για το πιο αξιοθαύµαστο εκπαιδευτικό σύστηµα του κό σµου είναι πολλά. Οι γονείς σε περιοχές όπου συγκεντρώνονται πολλοί µετανάστες προσπάθησαν να πάρουν τα παιδιά τους από σχολεία όπου οι αλλοδαποί µαθητές είναι 40%-50%.
Το πρόβληµα δεν έχει πάρει διαστάσεις καθώς ακόµα οι µετανάστες µαθητές αποτελούν το 4,3%, όµως οι καθηγητές ανησυχούν για το ότι εάν οι γονείς αρχίσουν να επιλέγουν ένα σχολείο βάσει των προκαταλήψεών τους, όλο το σύστηµα µπορεί να αποσταθεροποιηθεί. Το φινλανδικό µοντέλο προβλέπει ότι όλοι οι µαθητές προχωρούν µαζί έως τα 16 και µέσω συνεχούς υποστήριξης εξισώνονται οι διαφορές µεταξύ καλών και κακών µαθητών. Οπως σηµειώνει ο Σέινιν λίγο πριν από την πρώτη έκθεση της PISA στα τέλη του 2001, στη χώρα διεξαγόταν µια µεγάλη συζήτηση σχετικά µε την ανάγκη βαθιάς µεταρρύθµισης και για το εάν η υπερβολική ισότητα «έριχνε το επίπεδο». Οµως η PISA έδειξε ότι οι 15χρονοι Φινλανδοί είχαν περισσότερες ικανότητες στη γλώσσα, τα µαθηµατικά και την επιστήµη απ’ ό,τι οι συνοµίληκοί τους σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ.
Πηγή: Τα Νέα (06.04.2011).
Τα σχολεία της Φινλανδίας εµφανίζουν τις µικρότερες διαφορές αποτελεσµάτων σε σύγκριση µε τις 65 χώρες που συµµετέχουν στην έρευνα PISA. Βέβαια µιλάµε για έναν µικρό πληθυσµό (5,4 εκατ.) και για µαθητές µε οικονοµική και πολιτιστική οµοιογένεια που φθάνουν το µισό εκατοµµύριο στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Οι καθηγητές δεν αισθάνονται την ανάγκη να ελέγξουν εάν οι µαθητές έχουν διαβάσει. Η εµπιστοσύνη ότι ο καθένας τους θα κάνει ό,τι χρειάζεται αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση ενός συστήµατος που αποτελεί υπόδειγµα. Ειδικά όταν πρόκειται για ένα σύστηµα για το οποίο δεν ξοδεύονται πολλά (6% του ΑΕΠ), όπου τα παιδιά αρχίζουν το σχολείο σε ηλικία 7 ετών, οι ώρες διδασκαλίας είναι µεταξύ 600 και 680 ανά έτος στην Πρωτοβάθµια Εκπαίδευση και δεν υπάρχει καν Εκπαιδευτική Επιθεώρηση. Πριν από 30 χρόνια, η Φινλανδία αποφάσισε να επενδύσει στην κατάρτιση των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης, σε αντίθεση µε τις περισσότερες χώρες, οι οποίες επικεντρώνονται στη ∆ευτεροβάθµια. Τα σχολεία έχουν µεγάλη αυτονοµία: στα δηµοτικά, για παράδειγµα, αποφασίζουν οι δάσκαλοι ποιοι µαθητές έχουν ανάγκη περαιτέρω στήριξης, ενώ στα γυµνάσια και τα λύκεια αποφασίζουν τις αλλαγές στο επίσηµο πρόγραµµα σπουδών.
Οµως τα πράγµατα έχουν αρχίσει να αλλάζουν. Με την παγκοσµιοποίηση, την αύξηση της µετανάστευσης και την οικονοµική κρίση, τα ζητήµατα που τίθενται για το πιο αξιοθαύµαστο εκπαιδευτικό σύστηµα του κό σµου είναι πολλά. Οι γονείς σε περιοχές όπου συγκεντρώνονται πολλοί µετανάστες προσπάθησαν να πάρουν τα παιδιά τους από σχολεία όπου οι αλλοδαποί µαθητές είναι 40%-50%.
Το πρόβληµα δεν έχει πάρει διαστάσεις καθώς ακόµα οι µετανάστες µαθητές αποτελούν το 4,3%, όµως οι καθηγητές ανησυχούν για το ότι εάν οι γονείς αρχίσουν να επιλέγουν ένα σχολείο βάσει των προκαταλήψεών τους, όλο το σύστηµα µπορεί να αποσταθεροποιηθεί. Το φινλανδικό µοντέλο προβλέπει ότι όλοι οι µαθητές προχωρούν µαζί έως τα 16 και µέσω συνεχούς υποστήριξης εξισώνονται οι διαφορές µεταξύ καλών και κακών µαθητών. Οπως σηµειώνει ο Σέινιν λίγο πριν από την πρώτη έκθεση της PISA στα τέλη του 2001, στη χώρα διεξαγόταν µια µεγάλη συζήτηση σχετικά µε την ανάγκη βαθιάς µεταρρύθµισης και για το εάν η υπερβολική ισότητα «έριχνε το επίπεδο». Οµως η PISA έδειξε ότι οι 15χρονοι Φινλανδοί είχαν περισσότερες ικανότητες στη γλώσσα, τα µαθηµατικά και την επιστήµη απ’ ό,τι οι συνοµίληκοί τους σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ.
Πηγή: Τα Νέα (06.04.2011).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου