"Κανένας δεν δείχνει προς τα κάπου. Και όμως, κάποτε είχαμε τόσα πολλά χέρια... Δεν προλαβαίναμε να δείχνουμε συνέχεια προς το σωστό. Με τη σιγουριά του καπετάνιου που κυβερνάει φουσκωτό σε πισίνα, νομίζαμε ότι ελέγχαμε τον καιρό και τους θυμούς του νερού. Είχαμε διαβάσει και κάτι ολοστρόγγυλες φράσεις στα βιβλία για την αυτοπεποίθηση, για το πώς να κουμαντάρεις τη ζωή σου και να ορίζεις τον χρόνο σου, και ψηθήκαμε πως ο ουρανός ήταν δικός μας. Δήθεν δοτικοί, χιλιάδες φιλιά, χιλιάδες αγκαλιές στις δημόσιες συναναστροφές, εκεί που οξειδώνεσαι μες στη νοτιά των ανθρώπων και συστεγάζονται κάτω από τον ίδιο στίχο ο Καβάφης και ο Ελύτης. Πολύ σώμα δώσαμε για κάτι τόσο λίγο... Τώρα τα χέρια κρέμονται. Δεν δείχνουν, δεν χειρονομούν, δεν ζωγραφίζουν στον αέρα εκείνες τις ωραίες παραβολές, δεν ριμάρουν με τα αστέρια. Δεν μιλάνε πια και την παρηγορητική γλώσσα. Αλαλα. Και αν μαζί με αυτά, χάσουν και το σφρίγος τους στο ερωτικό άγγιγμα, θα πέσουν κάτω καμιά μέρα στον δρόμο καθώς περπατάμε κι ούτε θα σκύψουμε να τα μαζέψουμε.
Δεν παρηγορούσαμε, περιαυτολογούσαμε. Ο «θάνατος» ήταν για τους άλλους, η απόγνωση ήταν ένα κακό ριζικό από το οποίο εμείς ευτυχώς είχαμε γλιτώσει από τη γέννα μας. Και δείχναμε. Παντού. Για την πολιτική, την τέχνη, την κοινωνία, τον άνθρωπο, το σωστό, το ηθικό, τη ζωή. Καλά κάναμε. Ο καθένας μαρτυράει την αλήθεια που έχει καταφέρει να συλλέξει σταγόνα σταγόνα με το στόμα. Κάποτε όμως στεγνώνει η γλώσσα και πρέπει να φτιάξεις μόνος σου το νερό σου. Εκεί είμαστε. Τώρα θα φανεί τι έχουμε μαζέψει τόσα χρόνια στις στέρνες από τις βροχές. Γιατί η αλήθεια είναι πως πέρασαν πολλές βροχές από τα χέρια μας. Δεν μας έλειψαν οι ευκαιρίες να γίνουμε καλύτεροι και δυνατότεροι, να γίνουμε ριζιμιά. Κάποιοι τις κλώτσησαν όλες, άλλοι προσπάθησαν αλλά δεν τους βγήκε η ρίζα και θα πετάξουν σαν φύλλα από τους ορόφους τους. Ηδη μετράμε τα πρώτα «γυμνά» σπίτια σε αυτό το πρώιμο φθινόπωρο.
Ας πούμε πως χρειάζεται μια τράπεζα συλλογικού κουράγιου. Μια ματιά στον διπλανό μας, μια αληθινή ερώτηση, ένα κανονικό ενδιαφέρον. Ακριβώς το ανάποδο δηλαδή από τον τρόπο που διαχειριστήκαμε τα λεφτά μας. Το μέτρημά τους είχε καταντήσει η πιο κρυφή πράξη του ανθρώπου. Ξεπέρασε ακόμη και τις άλλες...
Ανοιχτά φύλα, ανοιχτές πόρτες, ανοιχτά χέρια. Δεν είναι ρομαντισμός. ΄Η τουλάχιστον δεν είναι μόνο αυτό. Γινόμαστε λιγότεροι μέρα με τη μέρα, το βλέπεις. Σε αριθμό, σε έκταση, σε όγκο. Πιάνουμε όλο και λιγότερο χώρο. Συρρικνωνόμαστε. Τα απλά αθροίσματα μπορούν να γίνουν γινόμενα. Και τα χέρια να δείχνουν πάλι κάπου..."
Ενα εξαιρετικό (κατά τη γνώμη μου) κείμενο του Οδυσσέα Ιωάννου από την Καθημερινή.
Δεν παρηγορούσαμε, περιαυτολογούσαμε. Ο «θάνατος» ήταν για τους άλλους, η απόγνωση ήταν ένα κακό ριζικό από το οποίο εμείς ευτυχώς είχαμε γλιτώσει από τη γέννα μας. Και δείχναμε. Παντού. Για την πολιτική, την τέχνη, την κοινωνία, τον άνθρωπο, το σωστό, το ηθικό, τη ζωή. Καλά κάναμε. Ο καθένας μαρτυράει την αλήθεια που έχει καταφέρει να συλλέξει σταγόνα σταγόνα με το στόμα. Κάποτε όμως στεγνώνει η γλώσσα και πρέπει να φτιάξεις μόνος σου το νερό σου. Εκεί είμαστε. Τώρα θα φανεί τι έχουμε μαζέψει τόσα χρόνια στις στέρνες από τις βροχές. Γιατί η αλήθεια είναι πως πέρασαν πολλές βροχές από τα χέρια μας. Δεν μας έλειψαν οι ευκαιρίες να γίνουμε καλύτεροι και δυνατότεροι, να γίνουμε ριζιμιά. Κάποιοι τις κλώτσησαν όλες, άλλοι προσπάθησαν αλλά δεν τους βγήκε η ρίζα και θα πετάξουν σαν φύλλα από τους ορόφους τους. Ηδη μετράμε τα πρώτα «γυμνά» σπίτια σε αυτό το πρώιμο φθινόπωρο.
Ας πούμε πως χρειάζεται μια τράπεζα συλλογικού κουράγιου. Μια ματιά στον διπλανό μας, μια αληθινή ερώτηση, ένα κανονικό ενδιαφέρον. Ακριβώς το ανάποδο δηλαδή από τον τρόπο που διαχειριστήκαμε τα λεφτά μας. Το μέτρημά τους είχε καταντήσει η πιο κρυφή πράξη του ανθρώπου. Ξεπέρασε ακόμη και τις άλλες...
Ανοιχτά φύλα, ανοιχτές πόρτες, ανοιχτά χέρια. Δεν είναι ρομαντισμός. ΄Η τουλάχιστον δεν είναι μόνο αυτό. Γινόμαστε λιγότεροι μέρα με τη μέρα, το βλέπεις. Σε αριθμό, σε έκταση, σε όγκο. Πιάνουμε όλο και λιγότερο χώρο. Συρρικνωνόμαστε. Τα απλά αθροίσματα μπορούν να γίνουν γινόμενα. Και τα χέρια να δείχνουν πάλι κάπου..."
Ενα εξαιρετικό (κατά τη γνώμη μου) κείμενο του Οδυσσέα Ιωάννου από την Καθημερινή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου